- σεισμοθεραπεία
- η, Νιατρ. παλαιός όρος για το ηλεκτροσόκ και τη δονησιοθεραπεία.[ΕΤΥΜΟΛ. < σεισμός + θεραπεία].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
χειροσεισμοθεραπεία — η, Ν (παλ. όρος) 1. η δονησι(ο)θεραπεία, θεραπευτική μέθοδος, συνιστάμενη σε μαλάξεις που εκτελούνται με δονητικές συσκευές 2. το ηλεκτροσόκ. [ΕΤΥΜΟΛ. < χειρ(ο) * + σεισμοθεραπεία] … Dictionary of Greek